Η Γερμανία απέτρεψε με επιτυχία μια τεχνική ύφεση το τρίτο τρίμηνο του 2024, σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία (Destatis). Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) της χώρας αυξήθηκε κατά 0.2% το τρίτο τρίμηνο, μετά από συρρίκνωση 3% το δεύτερο τρίμηνο. Αυτή η απροσδόκητη ανάπτυξη έχει προσφέρει μια τόσο αναγκαία ώθηση στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης εν μέσω συνεχιζόμενων παγκόσμιων και εγχώριων προκλήσεων.
Παράγοντες πίσω από την απροσδόκητη αύξηση του ΑΕΠ
Η ελαφρά αύξηση του ΑΕΠ οφείλεται κυρίως στην αύξηση τόσο των κρατικών όσο και των ιδιωτικών καταναλωτικών δαπανών. Ενώ οι βιομηχανικές παραγγελίες μειώνονται και ο εξαγωγικός τομέας παραμένει υπό πίεση λόγω της μειωμένης ζήτησης και του υψηλότερου κόστους πρώτων υλών, η ανθεκτικότητα στις καταναλωτικές δαπάνες βοήθησε στην αντιστάθμιση αυτών των αρνητικών παραγόντων. Αυτή η ανάπτυξη σηματοδοτεί το πρώτο θετικό τρίμηνο από την έναρξη της πανδημίας COVID-19, σηματοδοτώντας σταθεροποίηση των οικονομικών δραστηριοτήτων.
Οι καταναλωτικές δαπάνες ενισχύουν την οικονομική απόδοση
Η ιδιωτική κατανάλωση έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην οικονομική απόδοση της Γερμανίας το τρίτο τρίμηνο. Παρά το δύσκολο οικονομικό περιβάλλον, οι καταναλωτές συνέχισαν να ξοδεύουν, αν και με προσοχή. Αυτή η σταθερή δαπάνη συνέβαλε στον μετριασμό των επιπτώσεων της μειωμένης βιομηχανικής παραγωγής και του όγκου των εξαγωγών. Η αύξηση της κατανάλωσης ήταν ένας σημαντικός παράγοντας που εμπόδισε την οικονομία να διολισθήσει σε μια τεχνική ύφεση, η οποία συνήθως ορίζεται από δύο διαδοχικά τρίμηνα συρρίκνωσης του ΑΕΠ.
Ποσοστά πληθωρισμού και ανεργίας
Ενώ η αύξηση του ΑΕΠ παρείχε θετικές προοπτικές, οι ρυθμοί πληθωρισμού παρουσίασαν ελαφρά άνοδο. Τον Οκτώβριο, ο πληθωρισμός αυξήθηκε στο 2% από 1.6% του Σεπτεμβρίου, σύμφωνα με προκαταρκτικά στοιχεία της Destatis. Η αύξηση αυτή αποδίδεται στην αύξηση των τιμών της ενέργειας και στο υψηλότερο κόστος των πρώτων υλών, που αποτελούν επίμονα ζητήματα για τη γερμανική οικονομία.
Τα ποσοστά ανεργίας παρέμειναν σταθερά, με περίπου 2.8 εκατομμύρια ανθρώπους, ή το 6% του εργατικού δυναμικού, να είναι άνεργοι. Αυτό το σταθερό ποσοστό ανεργίας έρχεται σε αντίθεση με τις ιστορικές τάσεις, καθώς είναι η πρώτη φορά εδώ και δύο δεκαετίες που δεν σημειώθηκε σημαντική μείωση στα στοιχεία της ανεργίας κατά το δεύτερο εξάμηνο του έτους. Η Andrea Nahles, επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Απασχόλησης της Γερμανίας, σημείωσε ότι η τυπική φθινοπωρινή αύξηση της απασχόλησης δεν είχε πραγματοποιηθεί φέτος.
Αντιδράσεις Κυβέρνησης και Εμπειρογνωμόνων
Ο Γερμανός υπουργός Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ χαρακτήρισε την ανάπτυξη του τρίτου τριμήνου ως «ακτίνα ελπίδας», τονίζοντας ότι η οικονομία δείχνει μεγαλύτερη ανθεκτικότητα από ό,τι αναμενόταν προηγουμένως. Τόνισε την ανάγκη για συνεχή μέτρα για τη στήριξη της οικονομικής σταθερότητας και ανάπτυξης, συμπεριλαμβανομένων των κινήτρων για επενδύσεις, της προώθησης της καινοτομίας και της μείωσης των γραφειοκρατικών εμποδίων. Παρά τα θετικά στοιχεία, οι ειδικοί παραμένουν επιφυλακτικοί, θεωρώντας την ανάπτυξη ως προσωρινή ανάπαυλα και όχι ως ένδειξη διαρκούς οικονομικής ανάκαμψης.
Ο ομοσπονδιακός καγκελάριος Όλαφ Σολτς και ο υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ πραγματοποίησαν συναντήσεις με ηγέτες του κλάδου για να συζητήσουν τις τρέχουσες οικονομικές προκλήσεις, αντανακλώντας την προληπτική προσέγγιση της κυβέρνησης για την αντιμετώπιση των ζητημάτων που αντιμετωπίζει η οικονομία.
Μελλοντικές προκλήσεις για την οικονομία της Γερμανίας
Παρά την αποφυγή της ύφεσης, η οικονομία της Γερμανίας αντιμετωπίζει αρκετές σημαντικές προκλήσεις. Η μείωση των βιομηχανικών παραγγελιών και οι συνεχείς αγώνες στον εξαγωγικό τομέα παραμένουν κρίσιμες ανησυχίες. Το υψηλότερο ενεργειακό κόστος και οι αυξημένες τιμές των πρώτων υλών συνεχίζουν να πιέζουν τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές. Επιπλέον, η παγκόσμια οικονομική επιβράδυνση, ιδιαίτερα σε βασικές αγορές όπως η Κίνα, αποτελεί απειλή για τις μελλοντικές προοπτικές ανάπτυξης.
Οι οικονομικές προβλέψεις για το υπόλοιπο του 2024 και για το 2025 παραμένουν υποτονικές. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) προβλέπει στασιμότητα για τη Γερμανία στο εγγύς μέλλον, με μέτρια ανάπτυξη να αναμένεται το επόμενο έτος. Διαρθρωτικά ζητήματα, όπως το υψηλό λειτουργικό κόστος και η γραφειοκρατική αναποτελεσματικότητα, περιπλέκουν περαιτέρω τις προοπτικές.
Τομεακές επιπτώσεις: Η αυτοκινητοβιομηχανία υπό πίεση
Ένας από τους τομείς που επηρεάζονται περισσότερο είναι η αυτοκινητοβιομηχανία, ακρογωνιαίος λίθος της γερμανικής οικονομίας. Μεγάλοι κατασκευαστές όπως η Volkswagen έχουν βιώσει σημαντικές μειώσεις κερδών, εντείνοντας τις ανησυχίες για το μέλλον του κλάδου. Η στροφή προς τα ηλεκτρικά οχήματα έχει εισαγάγει νέες προκλήσεις, καθώς οι εταιρείες επενδύουν σε μεγάλο βαθμό στην καινοτομία ενώ αντιμετωπίζουν αυξημένο ανταγωνισμό από διεθνείς παίκτες.
Οι αγώνες του τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας έχουν ευρύτερες επιπτώσεις για την απασχόληση και τις περιφερειακές οικονομίες, ιδιαίτερα σε τομείς που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τη μεταποίηση. Οι προσπάθειες υποστήριξης αυτού του τομέα μέσω κυβερνητικών κινήτρων και στρατηγικών επενδύσεων είναι κρίσιμες για τη διατήρηση της σταθερότητας και της ανάπτυξής του.
Μελλοντικές Οικονομικές Προοπτικές
Κοιτάζοντας το μέλλον, η Γερμανία πρέπει να περιηγηθεί σε ένα σύνθετο οικονομικό τοπίο που χαρακτηρίζεται από παγκόσμιες αβεβαιότητες και εσωτερικά διαρθρωτικά ζητήματα. Η απροσδόκητη αύξηση του ΑΕΠ το τρίτο τρίμηνο παρέχει μια προσωρινή ώθηση, αλλά απαιτούνται συνεχείς προσπάθειες για την επίτευξη μακροπρόθεσμης οικονομικής ανθεκτικότητας. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει να επικεντρωθούν στην προώθηση της καινοτομίας, στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και στην αντιμετώπιση του υψηλού κόστους που εμποδίζει την ανάπτυξη των επιχειρήσεων.
Οι επενδύσεις σε πράσινες τεχνολογίες και βιώσιμες πρακτικές θα μπορούσαν να προσφέρουν νέες οδούς ανάπτυξης, ευθυγραμμισμένες με τις παγκόσμιες τάσεις προς την περιβαλλοντική ευθύνη. Επιπλέον, η βελτίωση της ευελιξίας της αγοράς εργασίας και η μείωση των γραφειοκρατικών εμποδίων θα είναι ουσιαστικής σημασίας για την υποστήριξη των επιχειρήσεων και την τόνωση της περαιτέρω οικονομικής δραστηριότητας.
Συνοψίζοντας, ενώ η Γερμανία κατάφερε να αποφύγει μια τεχνική ύφεση το τρίτο τρίμηνο του 3, ο δρόμος που βρίσκεται μπροστά παραμένει προκλητικός. Η συνεχής επαγρύπνηση και τα στρατηγικά μέτρα πολιτικής θα είναι ζωτικής σημασίας για τη διασφάλιση ότι η οικονομία όχι μόνο θα σταθεροποιείται αλλά και θα ευδοκιμεί ενόψει των συνεχιζόμενων παγκόσμιων και εγχώριων πιέσεων.